top of page
negrescoblog logo, αρχική

Η εξορία του Μακαρίου στις Σεϋχέλλες το 1956

  • Εικόνα συγγραφέα: Κυριάκος Γεωργίου-Φιλόλογος, Αρθρογράφος
    Κυριάκος Γεωργίου-Φιλόλογος, Αρθρογράφος
  • 19 Δεκ 2024
  • διαβάστηκε 4 λεπτά

Έγινε ενημέρωση: 12 Μαΐ




Αμέσως μετά την κατάρρευση των συνομιλιών Μακαρίου-Χάρντινγκ στις 29 Φεβρουαρίου του 1956, ο κυβερνήτης Χάρντινγκ έστειλε επίμονα αιτήματα στον Άγγλο πρωθυπουργό Άντονυ Ήντεν ότι ο Μακάριος έπρεπε να εξοριστεί από την Κύπρο, για να διευκολυνθεί έτσι η συνέχιση των διαπραγματεύσεων και να βρεθεί πολιτική λύση στο κυπριακό πρόβλημα. Άλλωστε, πιθανά σενάρια σύλληψης και εξορίας του Μακαρίου υπήρχαν ήδη από τον Οκτώβριο του 1955, μήνα ανάληψης της θέσης του κυβερνήτη της Κύπρου από τον Χάρντινγκ, και είχαν δημοσιευθεί στον ελληνικό και τον αγγλικό τύπο της εποχής. Από την προηγούμενη της σύλληψής του, στις 8 Μαρτίου του 1956, ο ηγούμενος Κύκκου Χρυσόστομος είχε προειδοποιήσει τον Μακάριο για το ενδεχόμενο να συλληφθεί την επόμενη μέρα.


Στις 9 Μαρτίου 1956 το μεσημέρι ο Μακάριος ετοιμαζόταν να ταξιδέψει στην Αθήνα, για συνομιλίες με τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος στις 19 Φεβρουαρίου είχε κερδίσει τις εκλογές με άνετη πλειοψηφία. Στο προαύλιο της Αρχιεπισκοπής και του καθεδρικού ναού του Αγίου Ιωάννη είχε συγκεντρωθεί πλήθος κόσμου για να κατευοδώσει τον Μακάριο. Στις 2 το μεσημέρι το αυτοκίνητο του Μακαρίου έφτασε στο αεροδρόμιο, αλλά δεν έμελλε να επιβιβαστεί στο αεροπλάνο για την Αθήνα.


Μόλις έφτασε, ένας Άγγλος αξιωματικός εμφανίστηκε μπροστά του και τον οδήγησε σε ένα αεροπλάνο της ΡΑΦ, τον επιβίβασε σε αυτό και του διάβασε ένα έγγραφο, με το οποίο τον ενημέρωνε ότι θα εξοριζόταν από την Κύπρο. Στη συνέχεια επιβίβασαν στο ίδιο αεροπλάνο και τους υπόλοιπους τρεις συνεξορίστους του, τον Μητροπολίτη Κυρηνείας Κυπριανό, τον ιερέα Παπασταύρο Παπαγαθαγγέλου και τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη. Το βρετανικό αεροσκάφος μετέφερε τους επιβάτες του στη Μομπάσα της Κένυας και από εκεί, με μια φρεγάτα του Βασιλικού Nαυτικού τους μετέφεραν στις Σεϋχέλλες, στην εξοχική έπαυλη Σαν Σουσί, που θα ήταν ο τόπος διαμονής τους για τον επόμενο περίπου ένα χρόνο, ως τις 28 Μαρτίου του 1957, οπότε έληξε η εξορία τους.


Οι κατηγορίες για τη σύλληψη και την εξορία του Μακαρίου ήταν ότι είχε διαθέσει οικονομική βοήθεια για την αγορά όπλων της ΕΟΚΑ και ότι είχε πληρώσει τα πρόστιμα σε άτομα που είχαν καταδικαστεί για παράνομες πολιτικές ενέργειες. Ακόμα, σύμφωνα με τον Χάρντινγκ, αποτελούσε σοβαρό εμπόδιο για την ειρηνική λύση του κυπριακού και ήταν αναμειγμένος στην προετοιμασία του αγώνα της ΕΟΚΑ ήδη από το 1951, ενώ δεν καταδίκαζε τη βία της ΕΟΚΑ. Θεωρούσε πως με την εξορία του θα μειωνόταν ή και θα εξαλειφόταν η επιρροή του στην Κύπρο κι έτσι θα άνοιγε ο δρόμος να προωθηθεί η ειρήνη και η τάξη στο νησί, όπως την εννοούσε ο Χάρντινγκ. Τον Μητροπολίτη Κυρηνείας Κυπριανό, τον εξόρισαν επειδή, κατά τον κυβερνήτη, παρότρυνε τους Κύπριους σε βιαιοπραγίες, τον ιερέα του ιερού ναού Φανερωμένης Παπασταύρο Παπαγαθαγγέλου, επειδή μέσω της ΟΧΕΝ ασκούσε επιρροή στη νεολαία εναντίον των Άγγλων και την προετοίμαζε για να γίνουν μέλη της ΕΟΚΑ, και τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη, Γραμματέα της Μητρόπολης Κερύνειας, επειδή υποστήριζε δημόσια την ανυπακοή στους Άγγλους και τη χρησιμοποίηση βίας εναντίον τους.


Την επόμενη μέρα ο ελληνικός τύπος καταδίκαζε την γκαγκστερική, όπως την χαρακτήριζε, ενέργεια των Άγγλων με οργίλα πρωτοσέλιδα και δημοσιεύματα, ενώ ο Έλληνας αντιπρόσωπος στα Ηνωμένα Έθνη υπέβαλε γραπτή έντονη διαμαρτυρία στον διεθνή οργανισμό, αναφέροντας χαρακτηριστικά: “Η σύλληψη και ο εκτοπισμός του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου δεν έχει προηγούμενο στα πολιτικά χρονικά του πολιτισμένου κόσμου. Ο κυβερνήτης Χάρντνιγνκ, ενώ είχε αναγνωρίσει τον Μακάριο ως εκπρόσωπο του ελληνικού πληθυσμού της Κύπρου και αφού επί πέντε μήνες διαπραγματευόταν μαζί του επί ίσοις όροις, την επαύριον των διαπραγματεύσεων αποφάσισε και πραγματοποίησε τη σύλληψη και τον εκτοπισμό του. Ο ένας από τους διαπραγματευτές, κάνοντας χρήση και κατάχρηση της δύναμης του, συνέλαβε και εκτόπισε τον άλλον, για το λόγο ότι ο άλλος, παρά το ότι έκανε σημαντικές παραχωρήσεις, δεν μπορούσε να προδώσει την υπόθεση την οποία είχε καθήκον να υπερασπίσει”.


Παράλληλα ανακλήθηκε ο Έλληνας πρέσβης από το Λονδίνο, ενώ στην Αθήνα ξέσπασαν μαχητικές διαδηλώσεις εναντίον των Άγγλων. Μάλιστα οι διαδηλωτές επιτέθηκαν στο ξενοδοχείο Κινγκ Τζωρτζ, που είχε Άγγλους ενοίκους, πετώντας τους πέτρες και νεράντζια. Στην Κύπρο τα περισσότερα καταστήματα παρέμειναν κλειστά, ενώ υπήρξαν αρκετές συμπλοκές με τους Άγγλους, στις οποίες υπήρξαν τραυματίες. Μάλιστα, η αγγλική εφημερίδα “The Manchester Guardian” έγραψε ότι η Αγγλία ασκεί στην Κύπρο μια καταπιεστική πολιτική, που προκαλεί περισσότερη εχθρότητα εναντίον της.


Οι προσπάθειες των Άγγλων να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις απόντος του Μακαρίου, έπεσαν στο κενό. Οι Κύπριοι διεμήνυαν ότι αν οι Άγγλοι ήθελαν ειλικρινά να επιλύσουν το πρόβλημα, αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνο διαμέσου του Μακαρίου, ο οποίος με την εξορία του αύξησε αντί να μειώσει την επιρροή του στον λαό. Μάλιστα, αμέσως μετά την εξορία του Μακαρίου, ο Γιάννης Κληρίδης, που υποστήριζε την αποδοχή της συνταγματικής αυτοκυβέρνησης, παραιτήθηκε από το εκτελεστικό συμβούλιο του κυβερνήτη στο οποίο ήταν μέλος και κάλεσε τον κόσμο να αρνηθεί να συναναστραφεί με αυτούς που συνέλαβαν και εξόρισαν τον Μακάριο. Επίσης στις 30 Απριλίου του 1956 το Εθναρχικό Συμβούλιο αποφάσισε ότι δεν θα δεχόταν καμιά διαπραγμάτευση με τους Άγγλους στην απουσία του Μακαρίου. Έτσι άνοιξε διάπλατα ο δρόμος για βίαιες ενέργειες, η ΕΟΚΑ εντατικοποίησε τη δράση της και ο Χάρντινγκ αύξησε περισσότερο τα κατασταλτικά και καταπιεστικά μέτρα εναντίον των Κυπρίων. Παράλληλα, η αγγλική συντηρητική κυβέρνηση αναβάθμιζε συνεχώς τα τουρκικά συμφέροντα στην Κύπρο, με αποτέλεσμα η διχοτόμηση να καταστεί η επίσημη τουρκική πολιτική εκείνη την περίοδο.


Ο Μακάριος από την εξορία του εξακολουθούσε να προσπαθεί για διευθέτηση του κυπριακού με πολιτικά μέσα. Έστελνε επιστολές και τηλεγραφήματα σε Άγγλους πολιτικούς, τονίζοντας ότι το κυπριακό δεν ήταν στρατιωτικό θέμα, αλλά πολιτικό πρόβλημα που θα έπρεπε να λυθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μάλιστα, στις 13 Μαίου του 1956 απέστειλε επιστολή στον Άγγλο βουλευτή Νόελ Μπέκερ, με την οποία εξέφραζε τη λύπη του για τη διακοπή των συνομιλιών με τον Χάρντινγκ και την ελπίδα οι συνομιλίες να ξαναρχίσουν από το σημείο στο οποίο σταμάτησαν. Μερικοί μελετητές υποστηρίζουν ότι οι ενέργειες αυτές έδειχναν ότι ο Μακάριος είχε μετανιώσει που δεν δέχθηκε τις προτάσεις Χάρντνινγκ.


Η εξορία του Μακαρίου διάρκεσε περίπου ένα χρόνο. Μετά τον πρώτο καιρό, παρ’όλο που έζησε υπό περιορισμό, είχε γενικά καλές συνθήκες διαβίωσης και διατηρούσε επαφές και με τον έξω κόσμο. Εκτός από επιστολές και τηλεγραφήματα, έστελνε και μηνύματα προς τον κυπριακό λαό, τονίζοντας την ανάγκη για ενότητα και συνέχιση του αγώνα. Επίσης συναναστράφηκε με τον ντόπιο πληθυσμό και όταν τελείωσε η εξορία του, πρόσφερε ένα κληροδότημα στην περιοχή που έμενε, που ονομάστηκε Makarios Fund, με σκοπό την οικονομική ενίσχυση φτωχών παιδιών για να μορφωθούν.


Η εξορία του Μακαρίου έληξε στις 28 Μαρτίου του 1957, με τον όρο να μην επιστρέψει άμεσα στην Κύπρο. Έτσι ο Μακάριος πήγε στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε τα επόμενα χρόνια. Ο ελληνικός λαός τον υποδέχθηκε με τιμές ήρωα. Η επιστροφή του στην Κύπρο έγινε μετά την υπογραφή των συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου το 1959.


Πρόσφατες  Αναρτήσεις

negrescoblog logo, αρχική
bottom of page