top of page
negrescoblog logo, αρχική

Το ενωτικό δημοψήφισμα του 1950

  • Εικόνα συγγραφέα: Κυριάκος Γεωργίου-Φιλόλογος, Αρθρογράφος
    Κυριάκος Γεωργίου-Φιλόλογος, Αρθρογράφος
  • 17 Νοε 2024
  • διαβάστηκε 5 λεπτά

Έγινε ενημέρωση: 20 Νοε 2024




Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο οι φωνές στην Κύπρο για Ένωση με την Ελλάδα αυξάνονταν συνεχώς. Αμέσως μετά το ναυάγιο της Διασκεπτικής, οι φωνές αυτές έγιναν δυνατότερες και εντονότερες. Μάλιστα ο αποκλεισμός της Ένωσης ως προοπτικής, ήταν και η βασικότερη αιτία του ναυαγίου της Διασκεπτικής. Οι Τουρκοκύπριοι φυσικά ήταν αντίθετοι σε μια τέτοια εξέλιξη. Ταυτόχρονα η επιρροή του ΑΚΕΛ ολοένα αυξανόταν, πράγμα που ανησυχούσε την Εθναρχία, που ήθελε να κρατήσει τον ηγετικό ρόλο ανάμεσα στους Ελληνοκύπριους για τον εαυτό της.


Στις 24/12/1947 έγινε Αρχιεπίσκοπος ο Μακάριος Β’ (Μητροπολίτης Κερύνειας με το όνομα Μακάριος Μυριανθέας), ο οποίος στις 13 Ιουλίου του 1948 ίδρυσε το Εθναρχικό Συμβούλιο. Ο Μακάριος Β’ ήταν ένθερμος θιασώτης της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, και μάλιστα άμεσα και άνευ όρων. Απέκλεισε κάθε αριστερό από το Εθναρχικό Συμβούλιο, το οποίο ανέλαβε τον καθοδηγητικό ρόλο στην προώθηση του ενωτικού αγώνα. Πρόεδρος της εκτελεστικής επιτροπής του Εθναρχικού Συμβουλίου ανέλαβε ο Μητροπολίτης Κιτίου Μακάριος, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’.


Η αρχική ιδέα για διεξαγωγή ενωτικού δημοψηφίσματος ανήκε στο ΑΚΕΛ, την οποία και πρότεινε στην Εθναρχία. Η Εθναρχία όμως, δεδομένης της αντίθεσης του Μακαρίου Β’ στην αριστερά και στον κομμουνισμό, αποφάσισε να διοργανώσει αυτή το δημοψήφισμα και έτσι ανέλαβε την πρωτοβουλία των κινήσεων για την προώθησή του. Βασικός οργανωτής του ήταν ο Μακάριος Γ’, τότε μητροπολίτης Κιτίου. Παρά το ότι η αποικιακή κυβέρνηση διακήρυσσε σε όλους τους τόνους ότι δεν θα αναγνώριζε το δημοψήφισμα και ότι δεν υπήρχε περίπτωση αλλαγής του αποικιακού καθεστώτος στην Κύπρο, η Εθναρχία προχώρησε στη διοργάνωση του δημοψηφίσματος, θέλοντας να δείξει ποια ήταν η βούληση του ελληνικού πληθυσμού της Κύπρου και να χρησιμοποιήσει το αποτέλεσμά του ως μοχλό πίεσης κατά της Αγγλίας. Κι αυτό παρά το ότι από τις 3 Δεκεμβρίου του 1949 το ΑΚΕΛ άρχισε να μαζεύει υπογραφές για την Ένωση, για να το επισυνάψει σε υπόμνημα που απέστειλε στον ΟΗΕ. Στη συνέχεια το ΑΚΕΛ δημοσίευσε ολόκληρο το υπόμνημα και ανακοίνωσε τη διοργάνωση μέσα στο Δεκέμβριο, ενωτικών εκδηλώσεων σε

ολόκληρο το νησί, που θα περιελάμβαναν συγκεντρώσεις, ομιλίες, διάδηλώσεις και μαζική προσυπογραφή ψηφίσματος υπέρ της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα.


Ωστόσο η συλλογή υπογραφών από το ΑΚΕΛ δεν ήταν οργανωμένη. Έτσι η ιερά Σύνοδος τον Νοέμβριο του 1949 αποφάσισε τη διεξαγωγή ενωτικού δημοψηφίσματος, με πρωτοστάτη τον Μητροπολίτη Κιτίου Μακάριο Γ’. Την απόφαση αυτή επικύρωσε λίγες μέρες αργότερα η Εθναρχία, η οποία μάλιστα ζήτησε από τον Άγγλο κυβερνήτη Άντριου Ράιτ να αναλάβει τη διοργάνωσή του. Φυσικά και πάλι η απάντηση του κυβερνήτη ήταν αρνητική. Λίγες μέρες μετά ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β’ ανακοίνωσε με εγκύκλιό του τη διενέργεια του δημοψηφίσματος. Το ΑΚΕΛ, μετά από αυτό και θέλοντας (πολύ ορθά) να συμβάλει στην ενότητα του λαού, σταμάτησε τις δικές του ενέργειες και κάλεσε τους οπαδούς του να ψηφίσουν υπέρ της Ένωσης στο δημοψήφισμα της εκκλησίας.


Η εγκύγκλιος του Αρχιεπισκόπου ήταν η ακόλουθη:

“Κυπριακέ λαέ, καλείσαι όπως ηνωμένος και αδιάσπαστος επιτελέσεις και τώρα το προς την δούλην πατρίδα σου καθήκον μετ’ ενθουσιασμού. Δι’ Ένωσιν και μόνον Ένωσιν ηγωνίσθης επί τόσα έτη. Ένωσιν και μόνον Ένωσιν καλείσαι να επισφραγίσεις διά της ψήφου σου. Εμπρός Κύπριοι, όλοι εις τας επάλξεις διά την μάχην του Δημοψηφίσματος, διά την εθνικήν μας αποκατάστασιν, διά την Ένωσιν με την αθάνατον μητέρα Ελλάδα”.


Η αποικιακή κυβέρνηση, βλέποντας το κύμα που ερχόταν από όλη την Κύπρο, προσπάθησε με όλους τους τρόπους να αποτρέψει τον κόσμο από τη συμμετοχή του στο δημοψήφισμα. Μάλιστα έφτασε στο σημείο να απαγορεύσει στους δημόσιους υπαλλήλους να ψηφίσουν. Από την άλλη, οι Τουρκοκύπριοι, οι οποίοι ήταν ενάντια στην προοπτική της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, αντιτάχθηκαν στη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, με μαζικές και ογκώδεις διαδηλώσεις. Οι δυο παρατάξεις των Τουρκοκυπρίων (κεμαλικοί και παραδοσιακοί) δημιούργησαν από κοινού την Ενιαία Ομοσπονδία Τουρκικών Οργανώσεων, και ζήτησαν την διατήρηση της Κύπρου εντός της Βρετανικής αυτοκρατορίας. Υιοθέτησαν μάλιστα αντικομμουνιστική ρητορεία, για να κερδίσουν τις διεθνείς εντυπώσεις. Η μεγαλύτερη εκδήλωση που έκαναν οι Τουρκοκύπριοι ενάντια στο δημοψήφισμα ήταν περίπου ένα μήνα πριν τη διεξαγωγή του, στις 12 Δεκεμβρίου του 1949, όταν 15.000 Τουρκοκύπριοι διοργάνωσαν ογκώδη διαδήλωση κατά της Ένωσης και του ΑΚΕΛ. Ταυτόχρονα, οι φοιτητές στην Τουρκία έκαναν ογκώδεις διαδηλώσεις με αίτημα να επιστραφεί η Κύπρος στην Τουρκία. Όλα αυτά όμως δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα, γιατί ο κόσμος ήθελε να εκφράσει έντονα και χωρίς κανέναν περιορισμό και αθρόα τη θέλησή του για Ένωση με την Ελλάδα, πράγμα το οποίο έπραξε.


Το δημοψήφισμα διεξήχθη σε 2 συνεχόμενες Κυριακές, την 15η και την 22α Ιανουαρίου του 1950. Πρώτος ψήφισε στον καθεδρικό Ναό του Αγίου Ιωάννη στη Λευκωσία ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β’, αφού πρώτα σταυροκοπήθηκε ευλαβικά κι έψαλε τον Εθνικό Ύμνο. Στις υπόλοιπες πόλεις ψήφισαν πρώτοι οι οικείοι μητροπολίτες. Οι πολίτες που συμμετείχαν στο δημοψήφισμα είχαν να διαλέξουν να υπογράψουν ανάμεσα σε δύο έντυπα. Το ένα έγραφε: Αξιούμεν την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και το άλλο έγραφε: Ενιστάμεθα στην Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Από 224,747 που ψήφισαν, υπέρ της Ένωσης ψήφισαν 215,108, ποσοστό 95,71% και κατά 9,639, ποσοστό 4,29%. Μάλιστα αναφέρεται ότι υπέρ της Ένωσης ψήφισαν και μερικοί Τουρκοκύπριοι.


Η Κυπριακή αριστερά μέσω του Παγκυπρίου Συμβουλίου Εθνικού Απελευθερωτικού Συνασπισμού (ΕΑΣ) εισηγήθηκε στη Εθναρχία να κινηθούν από κοινού και να συγκροτήσουν πρεσβεία, η οποία θα αναλάμβανε να κάνει γνωστά διεθνώς τα αποτελέσματα του ενωτικού δημοψηφίσματος. Η Εθναρχία απέρριψε την πρόταση και προχώρησε στο σχηματισμό δικής της αποστολής, για να παραδώσει στην ελληνική και στην αγγλική κυβέρνηση και στον ΟΗΕ τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος. Μάζεψε όλες τις υπογραφές σε τρία αντίτυπα, τα οποία δέθηκαν σε τρεις σειρές από 18 τόμους η καθεμιά, γνωστές ως οι Δέλτοι του ενωτικού δημοψηφίσματος. Στην πρεσβεία της Εθναρχίας συμμετείχαν οι: Επίσκοπος Κερύνειας Κυπριανός, Νικόλαος Λανίτης, Σάββας Λοϊζίδης και Ζήνων Ρωσσίδης. Παράλληλα το ΑΚΕΛ σχημάτισε τη δική του αντιπροσωπεία μέσω του ΕΑΣ, στην οποία συμμετείχαν οι Α. Αδάμαντος, Ε. Παπαϊωάννου και Ε. Ιωαννίδης, για να ενημερώσει τις χώρες του ανατολικού μπλοκ για τα αποτελέσματα του ενωτικού δημοψηφίσματος.


Η αναχώρηση της πρεσβείας της Εθναρχίας προσέλαβε πανηγυρικό χαρακτήρα και έγινε με κωδωνοκρουσίες, σημαιοστολισμούς, δεήσεις και πατριωτικές ομιλίες. Η αποστολή τους κράτησε μήνες, οι δύο αντιπροσωπείες επισκέφτηκαν πολλά κράτη, αλλά και οι δυο αντιπροσωπείες δεν βρήκαν ανοικτές πόρτες πουθενά. Ταυτόχρονα οι Άγγλοι από την πρώτη στιγμή έμειναν αδιάφοροι και τόνιζαν ότι το καθεστώς στην Κύπρο δεν πρόκειται να αλλάξει.


Ακόμα και η ελληνική κυβέρνηση, με πρωθυπουργό τον Νικόλαο Πλαστήρα, η οποία τότε ταλανιζόταν από σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, έμεινε αδιάφορη και με το ζόρι δέχθηκε την κυπριακή αντιπροσωπεία που την επισκέφθηκε για να της παραδώσει επίσημα τις Δέλτους του δημοψηφίσματος. Αν ο ελληνικός λαός δεν υποδεχόταν τόσο θερμά την κυπριακή αντιπροσωπεία, υπάρχει η άποψη ότι ίσως και να αρνιόταν να συναντήσει την αντιπροσωπεία, γιατί εκτός των εσωτερικών προβλημάτων, δεν ήθελε να διαταράξει τις σχέσεις της με την Αγγλία. Τελικά οι Δέλτοι του δημοψηφίσματος παραδόθηκαν ανεπίσημα στον Πρόεδρο της Βουλής, ενώ λίγο αργότερα η ελληνική βουλή εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο εκφραζόταν η υποστήριξη της στο αίτημα των Ελληνοκυπρίων για Ένωση.


Το Ενωτικό Δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαρίου 1950 ήταν ένα πολύ σημαντικό γεγονός στην ιστορία της Κύπρου, καθώς αποτέλεσε μια επίσημη έκφραση της επιθυμίας του κυπριακού λαού για Ένωση με την Ελλάδα. Υπήρξε καταλύτης στη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης μεταξύ των Ελληνοκυπρίων και έγινε σημείο αναφοράς, που αργότερα οδήγησε στην έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ και του αιτήματος για αυτοδιάθεση-ένωση, που ήταν και το κύριο σύνθημα του ΑΚΕΛ εκείνης της εποχής. Ωστόσο, παρά το συντριπτικό αποτέλεσμα, το δημοψήφισμα δεν είχε κανένα πρακτικό όφελος, παρά μόνο έκανε μερικώς γνωστό το κυπριακό πρόβλημα διεθνώς.


Πρόσφατες  Αναρτήσεις

negrescoblog logo, αρχική
bottom of page